Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο
Νίκος Μπελογιάννης
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν Έλληνας ηγέτης της αντίστασης κατά των Γερμανών και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ που εκτελέστηκε το 1952 ως κομμουνιστής με την κατηγορία της κατασκοπείας. Η δίκη και η εκτέλεσή του έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα και προκάλεσαν διεθνείς αντιδράσεις, ενώ έμειναν στην ιστορία ως παράδειγμα υπερβολικής σκληρότητας των μετεμφυλιοπολεμικών αντικομμουνιστικών διώξεων.
Η ζωή του
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στην Αμαλιάδα το 1915. Από μικρή ηλικία εντάχθηκε στο ΚΚΕ και φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά. Το 1941 παραδόθηκε στις γερμανικές αρχές Κατοχής μαζί με άλλους αριστερούς κρατουμένους.
Το 1943 κατάφερε να δραπετεύσει και εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο στο πλευρό του Άρη Βελουχιώτη.
Κατά τον Εμφύλιο πόλεμο που επακολούθησε ήταν Πολιτικός Επίτροπος της 10ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού και μετά την ήττα ήταν ένας από τους τελευταίους που εγκατέλειψαν τη χώρα το 1949.
Εμπλέκεται στην εξόντωση πολλών εκατοντάδων αντιπάλων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατά την γνωστή σφαγή του Μελιγαλά, καθώς εστάλη ως απεσταλμένος του Γιώργη Σιάντου στην περιοχή συνοδεύοντας τον Άρη Βελουχιώτη και άλλα κομματικά στελέχη του ΚΚΕ.
Η σύλληψη και η δίκη του
Τον Ιούνιο του 1950 επέστρεψε κρυφά στην Ελλάδα με σκοπό να ξαναφτιάξει τις οργανώσεις του παράνομου τότε ΚΚΕ στην Αθήνα, που είχαν διαλυθεί από τις συλλήψεις πολλών στελεχών του και από το φόβο. Στις 20 Δεκεμβρίου 1950 συνελήφθη και δικάστηκε με βάση το Ν. 509/1947, που θεωρούσε εγκληματική οργάνωση το ΚΚΕ και το είχε κηρύξει παράνομο. Επίσης, κατηγορήθηκε ως κατάσκοπος της Σοβιετικής Ένωσης.
Η πρώτη δίκη του Μπελογιάννη ξεκίνησε στην Αθήνα στις 19 Οκτωβρίου 1951 με 94 κατηγορούμενους συνολικά, από το Έκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών στο Αρσάκειο Δικαστικό Μέγαρο. Ένας από τα μέλη του δικαστηρίου ήταν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο μετέπειτα δικτάτορας την 21η Απριλίου 1967, ως έκτακτος στρατοδίκης. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ήταν ο μοναδικός από τους στρατοδίκες που ψήφισε ενάντια στην θανατική καταδίκη του Μπελογιάννη. Μετά την διεθνή κατακραυγή που ακολούθησε, ο Νικόλαος Πλαστήρας δηλώνει ότι η απόφαση δε θα εκτελεστεί. Αποφασίζεται όμως ο Μπελογιάνης και ορισμένοι άλλοι κατηγορούμενοι να παραπεμφθούν σε νέα δίκη με τη βαρύτερη κατηγορία της κατασκοπείας, με στόχο να αναιρεθεί η αμνηστία που υποχρεώθηκε να του δώσει. Εν τω μεταξύ στις 14 Νοεμβρίου 1951 βρίσκονται παράνομοι ασύρματοι στις περιοχές Καλλιθέας και Φαλήρου, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους στρατοδίκες, για επιστράτευση του νόμου περί κατασκοπείας. Έτσι ο Μπελογιάννης και οι άλλοι κατηγορούμενοι προσάγονται σε νέα δίκη. Η δεύτερη αυτή δίκη αρχίζει στις 15 Φεβρουαρίου 1952, ενώπιον του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών. Ο Μπελογιάννης αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες και πρόβαλε τις πατριωτικές του ενέργειες κατά τη διάρκεια της κατοχής. Η δίκη του πήρε μεγάλη δημοσιότητα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλη την Ευρώπη. Έμεινε γνωστός ως «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», από ένα φρέσκο κόκκινο γαρύφαλλο που κρατούσε καθημερινά. Ο Πάμπλο Πικάσο εμπνεύστηκε ένα διάσημο σκίτσο από την εικόνα του ανθρώπου με το γαρύφαλλο.
Διεθνής κινητοποίηση
Μέσα σε χρονικό διάστημα μίας εβδομάδας, η κυβέρνηση Πλαστήρα λαμβάνει περίπου 250.000 τηλεγραφήματα από όλο τον κόσμο, με τα οποία πολλοί επώνυμοι και μη ζητούν τη σωτηρία του Μπελογιάννη. Ανάμεσά τους ο Σαρλ ντε Γκολ και σχεδόν όλες οι προσωπικότητες της γαλλικής πολιτικής ζωής, καθώς και 159 βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Πωλ Ελυάρ, ο Ζαν Κοκτώ, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, ο Ναζίμ Χικμέτ, ο Πάμπλο Πικάσσο, ο Τσάρλι Τσάπλιν είναι μερικά μόνο από τα ονόματα διανοούμενων και καλλιτεχνών που προσπαθούν να σώσουν τον Μπελογιάννη.
Παρέμβαση υπέρ του Μπελογιάννη έκανε και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Σπυρίδων λέγοντας: «Έχω συγκλονιστεί από το ηθικό μεγαλείο του Μπελογιάννη. Το θεωρώ ανώτερο και από των πρώτων χριστιανών, γιατί ο Μπελογιάννης δεν πιστεύει ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή».
Η καταδίκη και η εκτέλεσή του
Παρά την παγκόσμια κινητοποίηση και συγκίνηση, το δικαστήριο αποτελούμενο αυτήν την φορά από τακτικούς στρατοδίκες, καταδίκασε τον Μπελογιάννη και τρεις ακόμα συντρόφους του ομόφωνα σε θάνατο. Λίγο αργότερα έρχεται στη δημοσιότητα το γράμμα του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ Νίκου Πλουμπίδη, με το οποίο αναλαμβάνει κάθε ευθύνη για την καθοδήγηση του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ και υπόσχεται να παρουσιαστεί στις αρχές με τον όρο να μην εκτελεσθεί ο Μπελογιάννης. Ακολουθεί η διάψευση από το ΚΚΕ που χαρακτηρίζει την επιστολή «μύθευμα της αστυνομίας», ενώ αντίθετα το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοινώνει πως ο γραφικός χαρακτήρας της επιστολής και η υπογραφή είναι γνήσια. Στο παρασκήνιο το ΚΚΕ είχε ήδη αρχίσει να διαδίδει στις οργανώσεις του ότι ο Πλουμπίδης είναι «χαφιές». Η επιστολή παντως δεν είχε κανένα αποτέλεσμα και η κυβέρνηση δήλωσε ότι δεν θα συναλλαγεί με τον καταζητούμενο για κομμουνιστική δράση Πλουμπίδη.
Η θανατική καταδίκη δεν άλλαξε ποτέ, ούτε δόθηκε χάρη, παρά τις διεθνείς εκκλήσεις. Τελικά, στις 30 Μαρτίου 1952, ημέρα Κυριακή και ώρα 4.10΄ τη νύχτα, οι τέσσερις μελλοθάνατοι μεταφέρθηκαν νωρίς το πρωί από τις φυλακές της Καλλιθέας στο στρατόπεδο του Γουδί και τουφεκίστηκαν. Η ώρα και η ημέρα της εκτέλεσης ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστη (οι εκτελέσεις γινόταν πάντα με το πρώτο φως του ήλιου και ποτέ μέρα Κυριακή) και φέρεται να έγινε τότε για να προλάβουν οι υπέρμαχοι της εκτέλεσης τυχόν απονομή χάριτος.
Το πολιτικό παρασκήνιο
Η δίκη και η εκτέλεση του Μπελογιάννη συνέβησαν την περίοδο που ο τότε πρωθυπουργός Νικόλαος Πλαστήρας επιχειρούσε να επιβάλει πολιτική εθνικής συμφιλίωσης. Στο πρόγραμμά του ήταν η απελευθέρωση των εκτοπισμένων και των πολιτικών κρατουμένων και ενδεχομένως ακόμα και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Η ενεργοποίηση όμως του νόμου περί κατασκοπείας και η καταδίκη του Μπελογιάννη ώθησαν τα πράγματα στα άκρα, δημιουργώντας την υπόνοια ότι η όλη υπόθεση υποκινήθηκε από ανώτερους αξιωματικούς, ενδεχομένως και με τη στήριξη των Ανακτόρων, ώστε να τορπιλιστεί η πολιτική Πλαστήρα. Ο ίδιος ο Πλαστήρας φέρεται να ήταν αντίθετος στις εκτελέσεις, όμως ήταν μόνος (οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί του Κέντρου, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, που στήριζε την κυβέρνηση Πλαστήρα, και ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν υπέρ των εκτελέσεων) και άρρωστος. Επίσημα όμως δέψευσε ότι δεν ήταν κύριος της κατάστασης και ότι οι εκτελέσεις έγιναν χωρίς την έγκρισή του. Η εκτέλεση Μπελογιάννη κατέφερε πλήγμα στην αξιοπιστία της κεντρώας κυβέρνησης, η οποία σε ένα από τα βασικά της συνθήματα, την ειρήνευση, φάνηκε ανακόλουθη.
Με τον θάνατό του ο Μπελογιάννης έγινε ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της ελληνικής αριστεράς. Λίγες μέρες μετά την εκτέλεση το όνομά του δόθηκε σε ένα χωριό στην Ουγγαρία που στέγαζε Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Το χωριό Μπελογιάννης υπάρχει μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου